Χιλιάδες στιγμές και μία ανάσα πριν ζούσε ένα πιτσιρίκι. Μεγάλωνε όπως όλα τα άλλα παιδιά της γειτονιάς, με τις γρατζουνιές του, τις γκρίνιες του, τους τσακωμούς του και τα παιχνίδια του. Και όπως όλα τα παιδιά, έτσι και αυτό, έκανε όνειρα.
Έπλαθε πολιτείες και κόσμους μακρινούς. Μέρη με ψηλές ιτιές, γάργαρα νερά, πολύχρωμα λιβάδια και μυθικά κτίρια. Ο ρόλος του κάθε φορά ήταν διαφορετικός και ανάλογος με τη διάθεση εκείνων των ημερών. Οι δρόμοι της φαντασίας πολύπλοκοι λαβύρινθοι που διασταυρώνονταν με απίστευτους χαρακτήρες, σοφούς που του μιλούσαν για ακόμα πιο μακρινές πολιτείες και πιο φανταστικούς λαούς. Έπεφτε γενναία σε μάχες και νικούσε τους κακούς. Πολεμούσε την αδικία και όλα όσα έβρισκε πως ασχήμαιναν τις γαλήνιες πόλεις του. Γύριζε περήφανα στους δικούς του και άλλαζε τον κόσμο με τις πράξεις του. Ολοκληρωνόταν σαν άνθρωπος και χαμογελούσε. Ζούσε με όλη την έννοια της λέξης, με μοναδικό σύμμαχο μία καθαρή ψυχή.
Τα ταξίδια στους άυλους αυτούς κόσμους δεν είχαν πάντα την ίδια διάρκεια και ένταση αλλά πάντα αναχωρούσε για την πραγματικότητα δίνοντας την υπόσχεση πως όχι μόνο θα ξαναταξίδευε αλλά πως δεν θα ξεχνούσε αυτές τις πολιτείες ποτέ, ακόμα και όταν μεγάλωνε. Ο Χρόνος, ο αγέρωχος αυτός Άρχοντας, κοιτούσε το πιτσιρίκι και χαμογελούσε με τα μυθικά του καμώματα. Χαμογελούσε όμως και πικρά, καθώς καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο, ήξερε πως το έργο του τελικά θα συνέθλιβε τις πολιτείες του πιτσιρικά. Και όντως έτσι έγινε.
Το πιτσιρίκι μεγάλωσε και μέσα από άλλους λαβύρινθους, λαβύρινθους της εφηβείας, του σχολείου, της κοινωνίας, της δουλειάς και της ίδιας καθημερινότητας πλέον , ταξίδευε όλο και πιο αραιά, όλο και πιο σύντομα. Οι πολύχρωμες πολιτείες άρχισαν σιγά σιγά να ξεθωριάζουν, οι σοφοί πέταξαν για άλλα μέρη, η επικράτεια του Δράκου της Πραγματικότητας γίνονταν όλο και πιο μεγάλη και οι μυθικοί κόσμοι έχασαν το μεγαλείο τους στη δίνη της μεγαλούπολης. Δεν ήταν πως η ψυχή του έχασε τελείως την αγνότητά της αλλά, θέλοντας και μη, συνειδητά ή ασυνείδητα έβαλε το σημαντικότερο κομμάτι της σε λήθαργο. Και κάθε φορά που δεχόταν μία πληγή από τη Ζωή και έπεφτε, τόσο πιο βαθύς γινόταν αυτός ο λήθαργος. Τελικά, έφτασε και το πλήρωμα του Άρχοντα και ξέχασε τελείως και την ύπαρξη του πιτσιρικά.
Πλέον, κάτι βράδια μονάχα, τις ελάχιστες φορές που σηκώνει το κεφάλι και κοιτάζει τον βραδινό ουρανό, βλέπει τον μαέστρο της Νύχτας, το Φεγγάρι, να δίνει την λάμψη του σε φευγαλέες σκιές μακρινών ονείρων και αναρωτιέται τι απέγινε ένα πιτσιρίκι που κάποτε γνώριζε. Κλείνει τα μάτια, βγάζει έναν βουβό αναστεναγμό και ανασυγκροτείται με την παρηγοριά πως πολύχρωμες πολιτείες υπάρχουν μόνο στα παραμύθια για μικρά παιδιά και αυτός έχει ήδη μεγαλώσει ........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου